ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΑΡΘΡΑ
Ένας αιώνας οθωμανικής αστικής αρχιτεκτονικής
του Κωνσταντίνου Σφήκα | τεύχος 77 του ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚέΩΝ ΠόΛΙΣ
Η Θεσσαλονίκη έπαψε να είναι η δεύτερη σημαντικότερη πόλη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας το 1391, όταν καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς Τούρκους μαζί με τη γύρω περιοχή. Η πρώτη οθωμανική περίοδος για την πόλη είναι γεγονός, ωστόσο λήγεισύντομαεξαιτίας ενός κοσμοϊστορικού γεγονότος, της ήττας των Οθωμανών στη Μάχη της Άγκυρας το 1402, μια αιματηρή μάχη μεταξύ των Μογγόλων του Ταμερλάνου ή ΤιμούρΛενκ(«Πληγωμένο Λιοντάρι») και των οθωμανικών στρατιών του Βαγιαζήτ Β΄Γκιλντιρίμ (του «Κεραυνού»).
Η προέλαση των Οθωμανών στα Βαλκάνια ανακόπτεται προσωρινά και το στρατιωτικό και πολιτικό τοπίο διαμορφώνεται εκ νέου για τα επόμενα πενήντα περίπου χρόνια.
Ο Βαγιαζήτ ηττήθηκε κατά κράτος και αιχμαλωτίστηκε. Φυλακίστηκε σ’ έναν κλωβό σε εμβρυακή στάση για πολλούς μήνες. Ο κλωβός αυτός, με τον δύστυχο σουλτάνο μέσα,λειτουργούσε σαν υποπόδιο για τον θρόνο του Ταμερλάνου ή ακόμη και ως σκαλοπάτι για να ανεβαίνει στο άλογό του. Η πρώτη σύζυγος του Βαγιαζήτ, αιχμάλωτη επίσης, ήταν υποχρεωμένη να σερβίρει τους συνδαιτυμόνες του Ταμερλάνου ολόγυμνη, στη βασιλική σκηνή του ηγέτη των Μογγόλων.
Πολύ σύντομα, η Θεσσαλονίκη αποδόθηκε από τον διάδοχο και υιό του Βαγιαζήτ στον αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγο, παραμένοντας στη βυζαντινή επικράτεια για τα επόμενα είκοσι περίπου χρόνια. Ακολούθησαν εφτά χρόνια Ενετοκρατίας, από το 1423 έως το 1430, οπότε και η πόλη καταλήφθηκε οριστικά από τους Οθωμανούς μετά από ολιγοήμερη πολιορκία. Η κατάληψη από τον ΣουλτάνοΜουράτ Β΄την άνοιξη του 1430 σφράγισε την αρχή των πέντεσχεδόν αιώνων οθωμανικής κυριαρχίας στη Θεσσαλονίκη.
Δεκατέσσερα χρόνια μετά, το 1444, ο Μουράτ Β΄επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη. Η πόλη είχε υποστεί δημογραφική απίσχναση εξαιτίας της κατάληψης και του εξανδραποδισμού των κατοίκων της.
Η Αχειροποίητος είχε ήδη μετατραπεί σε τζαμί, οι ιερείς της είχαν μεταστραφεί υποχρεωτικά στο Ισλάμ και συνέχιζαν ν’ απασχολούνται στον τεκέ «Αχειροπίτ», όπως μας παραδίδει ο Ιωάννης Αναγνώστης. Η οθωμανική παράδοση όριζε την ίδρυση τζαμιού ή λουτρού στις πόλεις που επρόκειτο να επισκεφτεί ο Σουλτάνος. Έτσι, οι αρχές προχώρησαν στην ίδρυση λουτρού με το όνομα «Μπέη Χαμάμ» επί της κεντρικής οδικής αρτηρίας της πόλης.
Το λουτρό ή «χαμάμ» δημιουργήθηκε από οικοδομικό υλικό σε δεύτερη χρήση, προερχόμενο από επτά εκκλησίες που είτε είχαν ερειπωθεί είτε βρίσκονταν σε κακή κατάσταση και κατεδαφίστηκαν. Το Μπέη Χαμάμ, γνωστό και ως «Λουτρά Παράδεισος», είναι το μεγαλύτερο και ωραιότερο οθωμανικό λουτρό στον ελλαδικό χώρο και ήταν σε χρήση μέχρι και τη δεκαετία του 1970.Η επιγραφή της εισόδου στα αραβικά αναφέρεται στην κατασκευή του. Είναι ένα δίδυμο λουτρό με ξεχωριστή διαμόρφωση για άνδρες και γυναίκες. Το ανδρικό τμήμα είναι πιο πλούσια διακοσμημένο. Εδώ, λοιπόν, έφτασε ο Σουλτάνος με την κουστωδία του και εξήντα από τις εξακόσιες γυναίκες του, εγκαινιάζοντας το πρώτο οθωμανικό λουτρό της πόλης.
Το «ψυχρόν»ή «καμεγκάν» είναι το πρώτο από τα τρία τμήματα του λουτρού. Οκτάγωνο στην κάτοψή του, διαθέτει μεγάλο τρούλο που διατηρεί εντυπωσιακό φυτομορφικό διάκοσμο, κόγχες, παράθυρα και ξύλινες καμπίνες αποδυτηρίων, που εδράζονται σε κιονοστήρικτη κατασκευή.
Το «χλιαρόν» ή «σογιουκλούκ», ο χώρος που έπεται, έχει παρόμοια κάτοψη, πλην όμως μικρότερη. Διαθέτει ανοίγματα στον τρούλο, που επιτρέπουν στιςδέσμες φωτός να περνούν στονχώρο, δημιουργώντας μια μυστηριακή ατμόσφαιρα. Η όμορφη εικόνα επιτείνεται από τον φυτικό και γεωμετρικό διάκοσμο.
Το πλέον όμως διακοσμημένο τμήμα του χαμάμ είναι το «θερμόν» ή «σικακλούκ», που περιλαμβάνει και το δωμάτιο των υδρατμών ή «χαλβέτ». Οχτώ θολωτοί χώροι τοποθετημένοι σε μιασταυρόσχημη κάτοψη αγκαλιάζουν τον κεντρικό χώρο,όπου δεσπόζει η «πέτρα της κοιλιάς» ή «γκιομπέκτασί», μια μαρμάρινη κατασκευή πάνω στην οποία ξάπλωναν οι επισκέπτες και αφήνονταν στα έμπειρα χέρια των μασέρ που «ανάσταιναν» τους κουρασμένους μυς τους. Μαρμάρινοι λουτήρες και αναβαθμοί υπάρχουν στα τέσσερα γωνιακά δωμάτια και στους ελεύθερους χώρους.
Το βορειοδυτικό δωμάτιο με τους πλουσιότατους σταλακτίτες, τα «μουκάρνας», δημιουργήθηκε ειδικά για την επίσκεψη του Σουλτάνου. Αμέσως μετά το κτίριο δόθηκε σε κοινή χρήση.Εδώοι άντρες έκλειναν τις εμπορικές συμφωνίες τους και συναναστρέφονταν φίλους χαλαρώνοντας. Στο γυναικείο τμήμαπροσφέρονταν υπηρεσίες που προσιδίαζαν σ’ αυτές ενός σύγχρονου spa. Τα συνοικέσια ανθούσαν, αφού κανονίζονταν από τις μητέρες που είχαν τον πρώτο λόγο στην επιλογή συζύγου και στην προίκα.
Αφήνοντας το μνημειώδες Μπέη Χαμάμπίσω μας, κατευθυνόμαστε προς το Βαρδάρη. Στη συμβολή των οδών Εγνατίας και Βενιζέλου συναντούμε το παλαιότερο exnovo κατασκευασμένο τζαμί της πόλης, το Χαμζά Μπέη τζαμί, γνωστό και ως «Αλκαζάρ» στους παλιούς Θεσσαλονικείς.
Το τζαμί βρίσκεται απέναντι από το Μπεζεστένι (1455-1459), τησκεπαστή αγορά της Θεσσαλονίκης,απαραίτητο κτίσμα στις πλούσιες οθωμανικές πόλεις και ένα από τα τρία εναπομείναντα Μπεζεστένια στον ελλαδικό χώρο (τα άλλα δύο βρίσκονται στις Σέρρες και στη Λάρισα). Τα δύο αντικριστά κτίρια εμπλούτισαν το κτιριακό απόθεμα της πόλης κατά την περίοδο ακμής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Το Μπεζεστένι(υφασματαγορά) είχε αμιγώς εμπορικό χαρακτήρα και φιλοξενούσεεκατόν δεκατρία καταστήματα όπου πωλούνταν πολύτιμα υφάσματα, μέταλλα και κοσμήματα, κεχριμπάρια, κοράλλια και χαρτί. Εκεί βρίσκονταν τα μέτρα και τα σταθμά της πόλης και τα ανταλλακτήρια. Ακόμα χρησιμοποιούνται οι τέσσερεις είσοδοι/ έξοδοί του, ενώ κάτω από τους έξι μολυβδοσκέπαστους τρούλους μικρά καταστήματα ραπτικής και υφασμάτων συνεχίζουν ακόμα τη λειτουργία τους.
Το Χαμζά Μπέητζαμί,με τον θρησκευτικό του χαρακτήρα,συμπλήρωσε τομουσουλμανικό τοπίο που είχε ήδη διαμορφωθεί μετά τη μετατροπή χριστιανικών ναών σε τζαμιά. Το τζαμί χτίστηκε από τη θυγατέρα του Οθωμανού Χαμζά Μπέη, τηΧαφσέΧατούν, το 1467, μετά την ανεπιτυχή εκστρατεία των Οθωμανών εναντίον της Βλαχίας και του περίφημου ηγέτη της, τουΒλαντ Τσέπες, γνωστού ως Βλανττου Παλουκωτή, μετέπειτα επονομαζόμενου Κόμη Δράκουλα. Ο Χαμζά Μπέη έχασε τη μάχη και τη ζωή του στον πόλεμο, αλλά η πλούσια οικογένειά του δώρισε στη Θεσσαλονίκη, την επονομαζόμενη «Σελανίκ» εκείνη την εποχή, ένα νέο τζαμί χτισμένο στην καρδιά της πόλης, στο σταυροδρόμι των δύο κύριων αξόνων, των οδών Βενιζέλου και Εγνατίας.
Η αρχική μορφή του τεμένους ήταν «μεσκίτ»(μικρό τζαμί χωρίς μιναρέ), ένα μικρό τετράγωνο κτίριο με μολυβδοσκέπαστο τρούλο. Με την αύξηση του οθωμανικού πληθυσμού τον 16οαιώνα προστέθηκε αίθριο με στοές, μοναδικό αρχιτεκτονικό στοιχείο στον ελλαδικό χώρο.
Στην πορεία του χρόνου, εξαιτίας ζημιών που προκλήθηκαν από φωτιά και σεισμούς, το τζαμί επανιδρύθηκε από τον ΚαπίΜεχμέτ Μπέη και απέκτησε μιναρέ. Η θαυμάσια cloisonnéτεχνική στην τοιχοποιία του αρχικού κτιρίου και τα βυζαντινά αρχιτεκτονικά μέλη, κυρίως κίονες και κιονόκρανα που χρησιμοποιήθηκαν στο περιστύλιο, δίνουν μνημειακότητα στο κτίριο. Η χρήση του μοτίβου των «σταλακτιτών» και οι τοιχογραφίες με τα φυτικά και γεωμετρικά μοτίβα χαρίζουν μια ελαφράδα στο σύνολο. Πιθανολογείται ότι το μνημείο θα χρησιμοποιηθεί στο μέλλον ως κεντρικό μουσείο του μετρό της πόλης, αφού ολοκληρωθούν οι εργασίες.
Πολύ κοντά στα παραπάνω οθωμανικά κτίρια, στο σημείο συνάντησης των οδών Κομνηνών με Βασιλέως Ηρακλείου, βρίσκεται το Γιαχουντί Χαμάμ, το «εβραϊκό λουτρό», γνωστό και ως «Παζάρ Χαμάμ» (της αγοράς) ή «ΧαλίλΑγά Χαμάμ» ή «Καντινλάρ Χαμάμ» (των γυναικών).
Η θέση του βρίσκεται στην καρδιά της εμπορικής Σελανίκμε τις αγορές, τα παζάρια, στην περιοχή που σήμερα ονομάζεται «Λουλουδάδικα» χάρη στα ανθοπωλεία που δεκαετίες πριν στεγάζονταν σε καταστήματα εφαπτόμενα στο μνημείο. Ο Χαλίλ Αγάς υπηρέτησε ως αξιωματικός της Υψηλής Πύλης στην Κωνσταντινούπολη στα τέλη του 15ου αιώνα, εποχή στην οποία ανάγεται η ίδρυση του λουτρού.Τέλος, παραδίδεται πως γυναίκες που είχαν μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη μπορούσαν να συναντηθούν σε αυτό το λουτρό με άλλες που θα αναλάμβαναν το θέμα.
Πρόκειται για ένα δίδυμο λουτρό με πλήρη διαχωρισμό και τον τριμερισμό ψυχρού / χλιαρού / θερμού. Δυο μεγάλοι τρούλοι στον χώρο του ψυχρού και άλλοι δεκατρείς τρούλοι ακόμη καλύπτουν αυτό το εντυπωσιακό λουτρό. Η διακόσμηση μιμείται με εντυπωσιακό τρόπο το Μπέη Χαμάμ, που είναι προγενέστερο.
Η αποκατάσταση του μνημείου στα 1990-1993 ανέδειξε εξαιρετικά την εξωτερική του όψη, όπου ξεχωρίζουν οι γυάλινες μαστοειδείς αποφύσεις που καλύπτουν τους φωτιστικούς αγωγούς στους χώρους του χλιαρού και του θερμού. Δυστυχώς,σήμερα δεν είναι σε χρήση.
Ένα ακόμη οθωμανικό μνημείο, ίσως άγνωστο στο ευρύ κοινό λόγω τοποθεσίας,είναι το Πασά Χαμάμ, γνωστό και ως «Λουτρά Φοίνιξ». Πιθανολογείται πως κάτω από τη θεμελίωσήτου βρίσκεται ο πρωτοχριστιανικός ναός του Αγίου Νέστορα στον οποίο αναφέρονται οι πηγές. Το μνημείο βρίσκεται νοτίως της εκκλησίας των Δώδεκα Αποστόλων, στη συμβολή των οδών Κάλβου και Πηνειού.
Χτίστηκε το 1520από τον βαλή της Θεσσαλονίκης ΤσεζερίΚασίμ Πασά, τον διοικητή που αποφάσισε επίσης τη μετατροπή του μοναστηριού των Δώδεκα Αποστόλων σε τζαμί. (Το μέγεθος του μοναστηριού ήταν πολύ μεγάλο. Σήμερα σώζονται το πρόπυλο, σε γειτνίαση με το λουτρό, η κινστέρνα που διατηρείται θαυμάσια, αλλά δεν είναι επισκέψιμη, και ο ναός των Δώδεκα Αποστόλων.)
Μπορούμε να εικάσουμε πως το Χαμάμ εντάχθηκε στο δυναμικό του τζαμιού και του ευαγούς ιδρύματος που λειτούργησε εκεί μέχρι το 1912. Ο περίβολος του ευαγούς ιδρύματος ήταν ταυτόσημος με τα δυτικά τείχη. Πίσω από τα τείχη υπήρχε ένας άλλος κόσμος. Στην κακόφημη περιοχή της Μπάρας ο αγοραίος έρωτας ασκούνταν από παλιά.Μετά την απελευθέρωση, το Λουτρό Φοίνικας συνέχισε να λειτουργεί μέχρι και το 1981! Σήμερα χρησιμοποιείται από την Αρχαιολογική Υπηρεσία.
Στην καρδιά της πόλης και πάλι, βορείως του Αγίου Δημητρίου, σε επαφή με τον αύλειο χώρο του ναού επί των οδών Κασσάνδρου και Αγίου Νικολάου βρίσκεται το Γενί Χαμάμ, γνωστό σήμερα ως «Αίγλη». Χτίστηκε στα τέλη του 16ου αιώνα από τον υπεύθυνο για τα θρησκευτικά ιδρύματα της Θεσσαλονίκης, κατά τη διάρκεια της θητείας του περίφημου μεγάλου βεζίρη ΣοκολούΜεχμέτ Πασά. Το λουτρό ιδρύθηκε επί των ερειπίων ρωμαϊκού λουτρού. Από το τριμερές διπλό χαμάμ για άντρες και γυναίκες σώζεται μόνο ο διπλός χώρος του ψυχρού. Ο χώρος ενοποιήθηκε για τις μουσικές ανάγκες της σκηνής που λειτουργεί εκεί από το 1937, όταν το μνημείο αγοράστηκε από ιδιώτη και λειτούργησε ως κινηματογράφος. Οι τουρκικές ταινίες της περίφημης ΧούλιαΚότσιγιτ, δακρύβρεχτες και αισθηματικές, έχουν αφήσει εποχή στον κινηματογράφο «Αίγλη», όπως ονομάστηκε. Ο εξωτερικός αύλειος χώρος υπήρξε ένας πολύ αγαπημένος θερινός κινηματογράφος με τ’ αγιοκλήματα να ευφραίνουν την όσφρηση των θεατών.
Τελευταίο μνημείο στη σειρά των αστικών κτισμάτων που έχουν σωθεί και χρονολογούνται στον πρώτο αιώνα της οθωμανικής κυριαρχίας είναι το Αλατζά Ιμαρέτ ή Ισχάκ Πασά τζαμί επί της οδού Κασσάνδρου. Ο Ισχάκ Πασάς τερμάτισε την καριέρα του ως βεζίρης (πρωθυπουργός) το 1484 και αποσύρθηκε στη Θεσσαλονίκη, κρατώντας τη θέση του βαλή, του διοικητή της πόλης. Ανέγειρε το τζαμί και φρόντισε να υπάρχουν πρόσοδοι για τη λειτουργία του ιδρύματος. Με τα έσοδα από το χωριό Γαλάτιστα και την κοιλάδα του Ανθεμούντα παρεχόταν η δυνατότητα συσσιτίου, σούπας και ψωμιού, καθώς επίσης και κρέατος δυο φορές την εβδομάδα στους ανθρώπους που είχαν ανάγκη, ασχέτως θρησκεύματος.
Το κτίριο που σώζεται σε καλή κατάσταση έχει σχήμα ανεστραμμένου Τ. Ο διπλός κεντρικός χώρος στεγάζεται με δύο μολυβδοσκέπαστους τρούλους. Εσωτερικά υπάρχουν περιμετρικά δωμάτια και εξωτερικά μια εντυπωσιακή στοά με κίονες από βυζαντινά μνημεία σε δεύτερη χρήση.
Ο κεντρικός χώρος ήταν ο χώρος της προσευχής του τζαμιού, ενώ οι υπόλοιποι χώροι προορίζονταν για διδασκαλία και για συσσίτιο. Η λειτουργία του ευαγούς ιδρύματος ήταν συνεπώς διττή: μεντρεσές (διδασκαλείο) με τζαμί και ιμαρέτ (πτωχοκομείο).
Η πλινθοπερίκλειστη (cloisonné) τοιχοποιία του μνημείου ακολουθεί τις βυζαντινές επιταγές πενήντα τέσσερα χρόνια μετά την κατάληψη της πόλης και είναι ιδιαίτερα επιμελημένη.Ο χαρακτηριστικός μιναρές του μνημείου, του οποίου μόνον η βάση σώζεται σήμερα, ήταν πολύχρωμος («αλατζά»), καθώς ήταν διακοσμημένος με ρομβόσχημα εφυαλωμένα πλακίδια «ιζνίκ».
Η εσωτερική διακόσμηση του μνημείου εμπλουτίζεται με φυτικά μοτίβα και με γεωμετρικά σχέδια. Στην εντυπωσιακή είσοδο διατηρείται η κτητορική επιγραφή και η διακόσμηση με σταλακτίτες («μουκάρνας»). Δύο μικρά μιχράμπ (ιερά προσευχής) είναι τοποθετημένα αριστερά και δεξιά της εισόδου, στη στοά, για την προσευχή των αργοπορημένων.
Σ’ αυτή την πρώτη περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας έγινε προσπάθεια διαφύλαξης της πόλης και ενίσχυσης των οχυρώσεων. Οι Οθωμανοί ανέγειραν τον Λευκό Πύργο και τον Πύργο της Αλύσεωςλίγο μετά την κατάκτηση του 1430. Η PaxOttomana χάρισε στη Θεσσαλονίκη ηρεμία πεντακοσίων περίπου ετών, αφού είχαν προηγηθεί η αφαίμαξη του πληθυσμού και η άφιξη των μουσουλμάνων από την ιερή τους πόλη, τα Γιαννιτσά, ενώ ακολούθησε η άφιξη των Σεφαραδιτών Εβραίων στα 1492.
Η προσπάθεια των αρχών να εμπλουτίσουν το κτιριακό αποτύπωμα ήταν επιτυχημένη και εντυπωσιακή. Η εικόνα της πόλης από τη θάλασσα, με τους μιναρέδες πυκνούς σαν κυπαρίσσια να κατηφορίζουν μέσα σε καταπράσινα ρέματα από το Μπαΐρι,ήταν εντυπωσιακή.Εκεί, στους λόφους της Άνω Πόλης, χτίστηκαν τα περισσότερα οθωμανικά αρχοντικά με τις αυλές, τους κήπους και το κελαρυστό τρεχούμενο νερό στις κρήνες. Αλλά η ιστορία αυτής της γειτονιάς θα μας απασχολήσει σε επόμενο άρθρο μας.