FRAGMENTA #84
Εικόνες της Θεσσαλονίκης του 1915 στο ημερολόγιο της Monica M. Stanley
του Λάκη Δόλγερα και Γιώργου Κορδομενίδη
του περιοδικού Εντευκτήριο


Tο “βλέμμα” μιας αγγλίδας νοσοκόμας στη Θεσσαλονίκη των αρχών του 20ού αιώνα του Γιώργου Κορδομενίδη
Η περίοδος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου σημάδεψε βαθιά και ανεξίτηλα την ιστορική μοίρα της Θεσσαλονίκης, κυρίως με δύο μείζονα γεγονότα: το πρώτο ήταν το Κίνημα της Εθνικής Άμυνας, που εκδηλώθηκε εδώ το 1916· το δεύτερο, η μεγάλη πυρκαγιά του 1917, που άλλαξε την πολεοδομική μορφή της πόλης. Στα χρόνια εκείνα, η Θεσσαλονίκη έγινε διεθνές σταυροδρόμι στρατιωτικών, δημοσιογράφων, αρχαιολόγων και αρχαιοκαπήλων, κατασκόπων και τυχοδιωκτών, γιατρών και νοσοκόμων.
Μία από τις νοσοκόμες που βρέθηκαν τότε εδώ ήταν η Αγγλίδα Monica M. Stanley, η οποία κράτησε στο ημερολόγιό της σημειώσεις από τις πρώτες εικόνες που αντίκρισε στη Θεσσαλονίκη, παραδίδοντας στην ιστορία μία ακόμη μαρτυρία – πολύτιμο λιθαράκι στην τοπική ιστορία της πόλης, για ένα παρελθόν διά παντός χαμένο.
H Stanley καταγράφει, με γλαφυρή αφήγηση, εικόνες μιας πόλης πληγωμένης από χίλιες δυο αλλοιώσεις, καθώς δεν στέκεται μόνο ―ή όχι τόσο― στις ομορφιές της Θεσσαλονίκης αλλά σχολιάζει και τις «γκριμάτσες» της (για να αντιγράψω μία διατύπωση του Σάκη Σερέφα, που μας χάρισε το εξαιρετικό ―παρά το μικρό του δέμας― βιβλίο Η Θεσσαλονίκη εξ αποστάσεως: Βλέμματα από τα χρόνια του Μεγάλου Πολέμου 1914-1919, Εκδόσεις Εντευκτηρίου 1991, και αργότερα το πολύ ενδιαφέρον Ημερολόγιο 2007: Ξένοι στη Θεσσαλονίκη του Μεγάλου Πολέμου 1915-1918, Μεταίχμιο 2006).
Ο Λάκης Δόλγερας (γενν. 1945, Πρώτη Σερρών), κάτοικος Αθηνών, οδοντίατρος το επάγγελμα, και επιπλέον πεζογράφος και συστηματικός ερευνητής, εντόπισε την έκδοση των ημερολογίων της Stanley και μετέφρασε ορισμένες από τις εγγραφές που αναφέρονται στη Θεσσαλονίκη· πρωτοδημοσεύτηκαν στο τχ. 124 του περιοδικού Εντευκτήριο και τώρα μεταφέρονται στις σελίδες του Θεσσαλονικέων Πόλις.

Εικόνες της Θεσσαλονίκης του 1915 στο ημερολόγιο της Monica M. Stanley του Λάκη Δόλγερα
Η Αγγλίδα νοσοκόμα Monica M. Stanley συμμετείχε, κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, σε αποστολή της οργάνωσης Women’s Imperial Service League, με διευθύντρια τη St. Clair Stobart. Σκοπός της αποστολής ήταν η δημιουργία στρατιωτικού νοσοκομείου, του «Stobart Field Hospital», στο Κραγκούγιεβατς της Σερβίας, στην προσπάθεια να βοηθηθεί η εμπόλεμη Σερβία, που αντιμετώπιζε τριπλή επίθεση Γερμανών, Αυστριακών και Βουλγάρων. Το προσωπικό, οι σκηνές και όλος ο εξοπλισμός του νοσοκομείου στάλθηκαν ατμοπλοϊκώς από την Αγγλία, μέσω Θεσσαλονίκης. Κατά τη διάρκεια της αποστολής, η Stanley κράτησε ημερολόγιο με τίτλο My diary in Serbia, April 1, 1915 – Nov. 1, 1915.[1]
Το ημερολόγιο έχει αναγραφές από το πέρασμά της από τη Θεσσαλονίκη, οι οποίες έχουν ενδιαφέρον. Eκείνη την εποχή προετοιμαζόταν η επιχείρηση της Αντάντ στα Δαρδανέλια. Το ζήτημα της συμμετοχής της Ελλάδας σ’ αυτήν προκάλεσε την οξεία σύγκρουση του βασιλιά Κωνσταντίνου με τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, και σηματοδότησε την έναρξη του Εθνικού Διχασμού.
Το προσωπικό του νοσοκομείου, μετά από εκπαίδευση στην Αμβέρσα και ακολούθως στο Χερβούργο, αναχώρησε από την Αγγλία την 1η Απριλίου 1915, με το πλοίο «Saidieh», για τη Θεσσαλονίκη. Έφτασαν στις 15 Απριλίου. Έμειναν πέντε ημέρες και ακολούθως προωθήθηκαν σιδηροδρομικώς στο Κραγκούγιεβατς της Σερβίας. Έστησαν, έμειναν και λειτούργησαν το νοσοκομείο μέχρι την 11η Oκτωβρίου του ίδιου έτους, όταν ―ίσως κάτω από τον φόβο της κατάρρευσης του μετώπου― παρέδωσαν το νοσοκομείο στους Σέρβους και επανήλθαν στη Θεσσαλονίκη, από όπου επέστρεψαν στην Αγγλία, μέσω Λήμνου, Πειραιά-Αθήνας, Μήλου και Μάλτας. Εγκατέλειψαν το ελληνικό έδαφος στις 22 Oκτωβρίου 1915.
Παρατίθενται (σε δική μου μετάφραση) οι αναγραφές των πέντε αρχικών ημερών της Θεσσαλονίκης. Η Stanley επισκέπτεται τα αξιοθέατα της πόλης και άλλους τόπους (πριν από τη φωτιά του 1917), και παρατηρεί με το νεανικό, αθώο και γυναικείο βλέμμα της τα τεκταινόμενα. Γράφει πρόχειρα και ανάκατα, για προσωπική χρήση.

Θεσσαλονίκης, 1915
Πέμπτη, 15 Απριλίου 1915
Ήταν μία πολύ φουρτουνιασμένη και κρύα νύχτα πάλι. Κοιμήθηκα στη σωσίβια λέμβο ένα μέρος της νύχτας αλλά υποχρεώθηκα να βγω στο κατάστρωμα στις 2 το πρωί, καθώς ήταν τόσο πολύ το κρύο και το κούνημα… Φτάνουμε στη Θεσσαλονίκη γύρω στη 1 η ώρα. Μόλις περάσαμε τον Όλυμπο: φαίνεται υπέροχος χιονισμένος, λουσμένος στον ήλιο.
Άκουγα κανόνια τη νύχτα ― απ’ τη Σμύρνη, υποθέτω.[2]
O μηχανικός με πήρε κάτω να δω τις μηχανές χτες το βράδυ. Ήταν καλό για μας το ότι κάναμε το ταξίδι με φουρτουνιασμένη θάλασσα. Αλλιώς, θα μπορούσαν να μας είχαν εντοπίσει τα υποβρύχια, λόγω του φορτίου που κουβαλούσαμε· υποτίθεται ότι ήταν κάρβουνο.
Είμαστε μόνο σαράντα μίλια απ’ τη Θεσσαλονίκη. Τηλεγραφήσαμε για δωμάτια στο ξενοδοχείο απ’ το Γιβραλτάρ. Το πιο πιθανό να μείνουμε μία εβδομάδα στη Θεσσαλονίκη, καθώς πρέπει να περιμένουμε τα υλικά. Είμαστε όλοι μία τόσο χαρούμενη ομάδα, και όλες οι μονάδες στο πλοίο ήταν πολύ φιλικές.
Ένα ελληνικό σκάφος μάς είπε ότι έγινε μεγάλη μάχη στα Δαρδανέλια[3] χθες· το αποτέλεσμα δεν έγινε γνωστό. Δεν έχουμε ασύρματο σ’ αυτό το πλοίο. Η ανατολή του ηλίου ήταν υπέροχη το πρωί· είναι πολύ πιο ωραία σήμερα. Θα πρέπει να το γράψω αυτό αμέσως στο σπίτι, μόλις φτάσω στη Θεσσαλονίκη. Είναι απαίσιο να μην έχεις νέα τους. Δεν έμαθα τίποτε γι’ αυτούς εδώ και έναν μήνα. Δεν θα είμαστε σε θέση να στείλουμε μια μόνιμη διεύθυνση για κάποιον καιρό ακόμη.
Καθώς μπαίναμε στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, υπήρχε ένα πλοίο που ονομαζόταν «Αθηνά»· ανήκει στους Γερμανούς.[4] Φτάσαμε στις 2 η ώρα στη Θεσσαλονίκη· έπρεπε να αγκυροβολήσουμε έξω. Επιβιβάστηκαν ένας γιατρός, ο Άγγλος πρόξενος και ο αρχηγός της αστυνομίας. Έφτασανείκοσι τρεις λάντζες για να μας περάσουν απέ-ναντι· […] διαπιστώσαμε ότι δεν μπορούσαμε να εξασφαλίσουμε διαμονή στο ξενοδοχείο επαρκή για όλη τη μονάδα μας· έτσι, ο καπετάνιος μάς πρότεινε να κοιμηθούμε στο πλοίο. Πήραμε τσάι και δείπνο στο ξενοδοχείο «Όλυμπος». Το τελευταίο που είχαμε με τον καπετάνιο του «Saidieh». Επιστρέψαμε στο πλοίο στις 10 η ώρα.
Παρασκευή 16 Απριλίου 1915
Το «Torcello» έφθασε με όλο μας τον εξοπλισμό την ίδια στιγμή με το δικό μας πλοίο. Η Θεσσαλονίκη είναι το πιο γραφικό μέρος· είναι τόσο ζεστό όσο το μεσοκαλόκαιρο στην Αγγλία. Τα γιοτ που πλέουν στο λιμάνι είναι υπέροχα. Υπάρχει ένα κουφάρι ναυαγίου πολύ κοντά. Είναι από τις 7 Απριλίου εκεί και στην Αγγλία έχει 15c.[5]
Αφού πήραμε πρωινό, πήγαμε με άμαξα στον Άγιο Δημήτριο, την ελληνική εκκλησία.[6] Είναι εξαίσια μεγαλόπρεπη. Μεγάλες μαρμάρινες κολόνες και γρανίτες, υποτίθεται ότι είχαν αποτεφρωθεί. Τα τόξα είναι υπέροχα και όλα κοσμημένα με ψηφιδωτά. Μετά, είδαμε σαρκοφάγους ή κάποια μέλη που χρονολογούνται πίσω, στο 136. Oι εικόνες ολόγυρα είναι πανέμορφες, με πολύ φωτεινά χρώματα. Πολλοί άνθρωποι ήρθαν να προσευχηθούν. Μία οικογένεια πήγε σε μια γωνιά όπου υπήρχε μία εικόνα του Αδάμ και της Εύας στον Κήπο της Εδέμ, το φίδι ήταν πάνω σ’ ένα δέντρο. Προσευχήθηκαν στην εικόνα και μετά φίλησαν κάθε φιγούρα· διέσχισαν τον βωμό και φίλησαν κάθε φιγούρα και στις άλλες εικόνες. Μετά, πήγαμε στην εκκλησία [Αγία] Σοφία, άλλη μία ελληνική. Είδαμε πολύ περισσότερους ανθρώπους να προσεύχονται, να φιλούν τις εικόνες και να σταυροκοπιούνται. Η Φιάλη στον Άγιο Δημήτριο ήταν υπέροχη· υπήρχε μία εξαίσια κρήνη, σαν κοχύλι, κάτω από έναν τεράστιο πέτρινο θόλο. Λίγο πιο κει υπήρχε μία τεράστια καμπάνα κάτω από μια καμάρα.
Ακολούθως, πήγαμε σε μία άλλη εκκλησία που ανακαινιζόταν. Πλησιάζοντας, δεν μπορούσαμε να μυρίσουμε τίποτα άλλο παρά απολυμαντικό· το θεωρήσαμε παράξενο. Στο εσωτερικό του ναού υπήρχαν όμορφα τόξα. Δεν είχαμε μπει βαθιά στην εκκλησία όταν διαπιστώσαμε ότι το πάτωμα ήταν μια μάζα από ψύλλους κι ότι όλοι ήμασταν γεμάτοι. Μπήκαμε σε μια αυλή και πιάσαμε εκατοντάδες· βοήθησαν γυναίκες και παιδιά. Ήμασταν σε πολύ άβολη κατάσταση. Τα περισσότερα σπίτια είναι γεμάτα από αυτά, αλλά και άλλα ζωύφια. Μπορεί κανείς να δει τους ψύλλους να πηδούν στην άμμο στους δρόμους.
Μερικές από τις εκκλησίες είναι γεμάτες από Έλληνες πρόσφυγες απ’ τη Μικρά Ασία.[7]
Σάββατο 17 Απριλίου 1915
Πήγαμε να δούμε το Γαλλικό Νοσοκομείο. Μία Αγγλίδα μοναχή ανέλαβε την περιήγησή μας. Πήγαμε επίσης να δούμε τις κουζίνες του συσσιτίου σούπας και στις 12 το μεσημέρι ήρθαν εκατό πρόσφυγες με δελτία για σούπα. Βοηθήσαμε να σερβιριστεί· ήταν το πιο ενδιαφέρον. Όλοι τους ήθελαν περισσότερο από τη μερίδα τους. […] O Δρ Dearmer[8] και αρκετοί άλλοι από την ομάδα, καθώς κι εγώ, πήγαμε στην πόλη, μετά στον Άγιο Νικόλαο, μία εκκλησία γεμάτη πρόσφυγες ― ένα θέαμα που δεν θα ξεχάσω ποτέ· σε κάθε οικογένεια είχε παραχωρηθεί μια γωνιά, ενώ απλώς καθόταν πάνω σ’ ένα χαλάκι.
Μία οικογένεια ήταν απασχολημένη με το μεσημεριανό γεύμα. Είχαν ένα μεγάλο δοχείο με σούπα στο κέντρο του χαλιού και κάθονταν κατάχαμα όλοι γύρω γύρω· ο πατέρας, η μητέρα και τα τρία παιδιά είχαν ο καθένας ένα κουτάλι και έτρωγαν από το ίδιο δοχείο. Αυτό, φαίνεται, είναι έθιμο στις φτωχότερες περιοχές στην Ελλάδα και στη Σερβία. Υπήρχαν πολλά μικρά μωρά μόλις μίας ή δύο ημερών, φασκιωμένα σαν καφέ χάρτινα δέματα.
Το απόγευμα πήγαμε να δούμε πού ήταν φυλακισμένος ο σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ. Του είχαν επιτραπεί δεκαοκτώ σύζυγοι. Παραιτήθηκε από τον θρόνο. Oι Γερμανοί απείλησαν να τον απαγάγουν για να τον σώσουν· έτσι, χτίστηκαν ψηλά τείχη ολόγυρα, ώστε τα αεροσκάφη να μην μπορούν να πλησιάσουν. Μετά από δεκαοκτώ μήνες, του είπαν ότι μπορεί να φύγει απ’ τη χώρα, διαφορετικά θα τον εκτελέσουν· έτσι, πήγε στη Μικρά Ασία και τώρα το κτίριο χρησιμοποιείται για στρατιωτικούς σκοπούς.
Κυριακή 18 Απριλίου 1915
Κάναμε Λειτουργία Θείας Ευχαριστίας, κατά την οποία ο Δρ. Dearmer ιερούργησε στις 8.30. Κατόπιν, πήγαμε στην τουρκική συνοικία, η οποία είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Από εκεί πήγαμε στην ελληνική στρατιωτική φυλακή. Κατόπιν, στο τουρκικό τζαμί. Πριν μπούμε στο τέμενος, έπρεπε να βγάλουμε τα παπούτσια μας· το πάτωμα ήταν καλυμμένο με τετράγωνα χαλιά. Το απόγευμα πήγαμε στον Άγιο Δημήτριο και είδαμε μία βάπτιση ― πολύ ενδιαφέρουσα. O ιερέας άλειψε πρώτα το μωρό, που ήταν γυμνό, με λάδι ― κεφάλι, μάτια, μάγουλα, αυτιά, σώμα, πόδια, πέλματα, πλάτη· ακολούθησε η μητέρα, που έριξε μια χούφτα λάδι στο κεφάλι του μωρού. Τότε, ο ιερέας πήρε το μωρό και το έβαλε σε μία κολυμβήθρα με λάδι και νερό που το σκέπαζε εντελώς. Έπειτα, ξανασταύρωσαν το μωρό με λάδι, χρησιμοποιώντας, αυτή τη φορά, ένα πινελάκι και βγάζοντας το λάδι από ένα μπουκάλι· ακολούθως, το μωρό τοποθετήθηκε σε μία φανελένια πετσέτα στην αγκαλιά της μητέρας. Κρατούσε δύο κεριά, ένα σε κάθε χέρι, και ο ιερέας πήρε το θυμιατήρι, το οποίο κούνησε προς τα πίσω και προς τα εμπρός, και μετά γύρισε δύο φορές γύρω από την κολυμβήθρα. Μετά, διάβασε και φίλησε το Ευαγγέλιο, το φίλησε και η γυναίκα δύο φορές, και η τελετή τελείωσε.
Τέλος, πήγαμε στο ελληνικό νεκροταφείο, και είδαμε πού ήταν θαμμένοι όλοι οι στρατιώτες του τελευταίου πολέμου.[9] Το τουρκικό νεκροταφείο ήταν κοντά. Είδαμε έναν άλλο μεγάλο στρατώνα και το ελληνικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο.
Δευτέρα 19 Απριλίου 1915
Ψωνίζαμε όλο το πρωί, καθώς ετοιμαζόμαστε για την αναχώρησή μας για το Κραγκούγιεβατς. Αύριο, Τρίτη, φεύγουμε λίγο μετά τις 7. Σήμερα το απόγευμα πήγαμε, με την κυρία Stobart, με το τραμ, μέχρι εκεί που πήγαινε, μετά περπατήσαμε στην αμμουδιά. Ήμασταν μία ομάδα είκοσι τεσσάρων [ατόμων]· ήπιαμε όλοι τσάι και, αφού κάναμε κωπηλασία, γυρίσαμε σπίτι. Μόλις πρόλαβα να τελειώσω τις βαλίτσες για τη Σερβία.
Τρίτη 20 Απριλίου 1915
Σηκώθηκα στις 6, πήγα στο ξενοδοχείο «Σπλέντιτ» για πρωινό· μετά, όλοι μαζί πορευτήκαμε πίσω από ένα αστείο παλιό καρότσι, που κουβαλούσε τις αποσκευές μας, προς τον σταθμό. Είχα έναν τενεκέ μέλι, είκοσι οκτώ κιλών, που αγόρασα στη Θεσσαλονίκη· ο τενεκές έσπασε και [το μέλι] άρχισε να χύνεται έξω· ένας φελλός βγήκε από ένα μπουκάλι παραφίνης και αυτή άρχισε να τρέχει· συγχρόνως, οι αποσκευές συνέχισαν να κάνουν άλματα στον αέρα έξω από το καρότσι: χρειάστηκε να συνεχίσουμε να τρέχουμε πίσω από αυτό, και να τις επαναφέρουμε: ο καροτσέρης συνέχιζε, δεν σταμάτησε ποτέ για καμία καταστροφή.
Η οσμή της φορμόλης στο τρένο ήταν πολύ έντονη, και όλοι αλειφθήκαμε με παραφίνη, έτσι που οι δύο οσμές μαζί ήταν πολύ ευχάριστες! Επίσης, κάποιοι από εμάς είχαμε ενεργό άνθρακα και καμφορά στις τσέπες μας.
Μας πήρε περίπου μισή ώρα για να βγούμε από τα σύνορα της Ελλάδας. Η χώρα σε όλη τη διαδρομή είναι απλώς υπέροχη· το πιο μεγαλόπρεπο τοπίο, λόφοι, βράχοι και κοιλάδες, με τα πιο υπέροχα χρώματα. Σε όλη τη διάρκεια βλέπαμε ερωδιούς, πελαργούς και αετούς, γύπες, καρακάξες και κάργιες. Όλα αυτά τα πουλιά είναι άφθονα και πολύ ήμερα. Όλα τα κάρα τα σέρνουν βόδια και γαϊδούρια. Τα περισσότερα από τα πρόβατα είναι μαύρα· το ίδιο και τα γουρούνια και οι κατσίκες.
Το τρένο σταμάτησε πρώτα στο Τόψιν,[10] μετά στο Αματοβάρ και έπειτα στο Καρασούλι.[11] Αυτοί είναι όλοι οι ελληνικοί σταθμοί από τους οποίους περάσαμε. Στον πρώτο σερβικό σταθμό σταματήσαμε μιάμιση ώρα. Ήταν η Γευγελή.
- https://www.gutenberg.org/files/33001/ 33001-h/33001-h.htm
- Άγνωστο τι ακριβώς εννοεί. Από την πόλη της Σμύρνης δεν μπορούσε ν’ ακούει κανονιοβολισμούς.
- Η επιχείρηση της Αντάντ στα Δαρδανέλια είχε ήδη σχεδιαστεί και κάποιες αψιμαχίες ξεκίνησαν. Η κύρια επίθεση έγινε στις 25 Απριλίου.
- Στην ουδέτερη Ελλάδα μπορούσαν να συνυπάρχουν οι εχθροί του πρώτου παγκοσμίου πολέμου δίπλα δίπλα.
- Σκοτεινή περικοπή.
- Την εποχή της επίσκεψης ήταν ο παλιός ναός που το 1912 είχε πάψει να είναι τζαμί και είχε αποδοθεί και πάλι στη χριστιανική λατρεία με αποκαλυμμένα τα ψηφιδωτά του, αρκετά από τα οποία καταστράφηκαν στη φωτιά του 1917.
- Κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, οι Τούρκοι εκτόπιζαν πληθυσμούς που θεωρούσαν εχθρικούς, μία κατάσταση που ονομάστηκε Διωγμός· κάποιοι κατέφυγαν στο ελληνικό έδαφος για να γλιτώσουν.
- Άγγλος ιερέας που μαζί με τη γυναίκα του συνόδευαν την αποστολή.
- Μάλλον εννοεί των Βαλκανικών Πολέμων.
- Σήμερα Κάτω γέφυρα. Ιστορικό χωριό, καθώς στο κτίριο όπου στεγάζεται σήμερα το Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων εγκαταστάθηκε το στρατηγείο του ελληνικού στρατού και διεξήχθησαν οι διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στην υπογραφή τής άνευ όρων συνθήκης παράδοσης της Θεσσαλονίκης από τους Oθωμανούς στους Έλληνες, την 26η Oκτωβρίου 1912.
- Σήμερα Πολύκαστρο.