ΕΝΤΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΟΛΕΩΣ

Το μυστήριο του χρόνου

του Ηρακλή Παπαϊωάννου
τεύχος 77 του ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚέΩΝ ΠόΛΙΣ

Πώς μετριέται ο χρόνος μιας πόλης; Το παρελθόν της συγκροτείται ελλειπτικά από ορατά ίχνη, ιστορικές αφηγήσεις, μεγάλα και μικρά γεγονότα, τεχνουργήματα κάθε λογής, βιώματα που εγγράφονται στο συλλογικό DNA. Μια πόλη αναπόφευκτα σωρεύει πολλούς χρόνους σε κύκλους ομόκεντρους και έκκεντρους, εποχικούς και διαχρονικούς, σαν μια πατίνα φτιαγμένη από στιγμές που επικάθεται στην αστική υποδομή. Ο ενεστώτας χρόνος, από την άλλη, μετριέται αδιάλειπτα, με άκαμπτες υποδιαιρέσεις, και ταυτόχρονα είναι άυλος. Λίγα σημεία της πόλης ενσαρκώνουν ίσως την περίπλοκη διάσταση του αστικού χρόνου όσο το κτήριο της παλιάς Τράπεζας Θεσσαλονίκης στα Άνω Λαδάδικα. Η περιοχή, γνωστή ως φραγκομαχαλάς, ήταν στις αρχές του 20ου αιώνα επίκεντρο της οικονομικής δραστηριότητας και ανάπτυξης, δίπλα στην κεντρική εμπορική οδό, τη σημερινή Βενιζέλου. Απέναντι από την Τράπεζα Θεσσαλονίκης (σήμερα κτήριο Μαλακοπής) λειτουργούσε το Χρηματιστήριο. Η περιοχή ήταν έδρα λεβαντίνικων εταιρειών, διπλωματών και άλλων τραπεζών. Το κτήριο σχεδίασε το 1906 ο περίφημος Vitaliano Poselli και οικοδομήθηκε το 1908 στην αυλή του αρχοντικού Αλλατίνη, με ύφος εκλεκτικιστικό, πολυσυλλεκτικό, κατάλληλο δηλαδή για μια πόλη σταυροδρόμι που τρίβεται με τους καιρούς και τους λαούς. Μετά από την κατοχική του επίταξη, φιλοξένησε μεταπολεμικά την Τράπεζα Χίου, ενώ από το 1950 στέγασε γραφεία, αποθήκες και εργαστήρια, κυρίως υφαντουργεία, ραφεία και αποθήκες νεωτερισμών.

Στη μετώπη του κτηρίου ο Poselli είχε σχεδιάσει ένα ρολόι που έβλεπε την «πλατεία των Τραπεζών», και εδραίωνε με μνημειακό τρόπο τη σημασία του χρόνου στον κατ’ εξοχήν νεωτερικό αιώνα. Πρόκειται για το ρολόι που έπαψε να λειτουργεί στις 11:07 τη νύχτα του μεγάλου σεισμού, στις 20 Ιουνίου 1978, νύχτα που στοίχισε πολλές ζωές και σημάδεψε τη σύγχρονη ιστορία της Θεσσαλονίκης. Σταματημένο για τέσσερις δεκαετίες, το ρολόι μετέχει στο μυστήριο του χρόνου που πλανάται πάνω από την πόλη, στην πυρίκαυστο ζώνη της οποίας η αρχιτεκτονική είναι παντού σχεδόν πυκνή, συμπαγής, σαν να υπάρχει ένας απροσδιόριστος τρόμος του κενού, μια αμηχανία απέναντι στο παρελθόν που συμπιέζεται σε αθέατη στρωματογραφία, αφήνοντας μόνο δοξασμένα σπαράγματα εδώ κι εκεί, τα οποία περιβάλλονται συχνά από τη συνήθη νεοελληνική ακηδία. Οι αθέατες απόψεις που φιλοτεχνεί η Ευδοξία Ράδη από την ταράτσα του κτηρίου της Μαλακοπής, περιεργάζονται προσεκτικά το τοπίο προσκαλώντας τη σκέψη. Παρατηρεί εδώ κανείς τις επιστρώσεις δομημένου χρόνου: θραύσματα μεσοπολεμικής αρχιτεκτονικής ξεδιπλώνονται δίπλα από αγέρωχα γυάλινα κτήρια του ’60 και του ’70 που μας μυούν στην ουτοπική διαφάνεια του χώρου· σόκορες όψεις κτηρίων μαρτυρούν τον μεταπολεμικό εργολαβικό πραγματισμό. Ανακαινισμένοι θόλοι μαρτυρούν αλλού μια απρόσμενη μίξη εποχών και υλικών. Με οπτικό οδηγό τη μικρή σκουριασμένη εξέδρα, η Ράδη μας γνωρίζει το πορτάκι όπου βρίσκεται ο κουρντιζόμενος μηχανισμός του ρολογιού, σφραγισμένος από τον Ιούνιο του 1978. Και ανιχνεύει επίσης το μοναδικό τρόπο που ο χρόνος σκαλίζει τις επιφάνειες αφήνοντας ουλές, φθορές, ρωγμές.

Το εσωτερικό, με τον κοσμοπολίτικο αέρα του, φιλοξενεί ακόμη ευρύχωρα ατελιέ μόδας, τιμώντας την πρόσφατη παράδοση του κτηρίου και την υφαντουργική, παραγωγική και λιανική, δραστηριότητα της ευρύτερης περιοχής. Η αργή ροή αρχιτεκτονικού χρόνου έρχεται σε αντίστιξη εδώ με την εφήμερη κομψότητα της μόδας. Το ρολόι του Poselli, αξιοθέατο που λανθάνει μέσα στη σφύζουσα καθημερινότητα, συνθέτει κατά μια έννοια ένα συμβολισμό διαρκείας στην καρδιά της πόλης: για τη μακραίωνη, πολυκύμαντη πορεία της· για το πάγωμα της εξέλιξής της σε μια εποχή ραγδαίων ταχυτήτων· για τις μεγάλες διαψεύσεις στο αδυσώπητο κυνήγι του χρόνου· για κάθε άλλο θραύσμα που παραμένει επιμελώς και υπομονετικά απαρατήρητο, συχνά θαμμένο, όπως αυτό που εγέρθηκε μεγαλοπρεπώς από τα αφανή σωθικά της πόλης, εκεί στο μεγάλο σταυροδρόμι cardo και decumanus, που αιτείται σιωπηλά να ξαναχτυπήσει το ρολόι της πόλης, να ενωθεί ο διακεκομμένος χρόνος της.

 

Μηχανικοί προβολής, οι αφανείς ήρωες του κινηματογράφου

της Λίνας Μυλωνάκη | τεύχος 44 του ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚέΩΝ ΠόΛΙΣ

Μηχανικοί προβολής, οι αφανείς ήρωες του κινηματογράφου

της Λίνας Μυλωνάκη | τεύχος 44 του ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚέΩΝ ΠόΛΙΣ

 ΑΘΡΗΣΚΕIΑ του Κάρολου Τσίζεκ

του Γιώργου Κορδομενίδη | Από το αρχείο του περιοδικού ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ