NOTEBOOK
Πίσω από τη οθόνη: Μηχανικοί προβολής, οι αφανείς ήρωες του κινηματογράφου
της Λίνας Μυλωνάκη,
ιστορικού κινηματογράφου, Δρ. Κινηματογραφικών Σπουδών ΑΠΘ
τεύχος 44 του ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚέΩΝ ΠόΛΙΣ (Ιούνιος 2013)
«Στο μονότονο γρύλισμα της μηχανής, μέσα σε τέσσερις τοίχους, μία και μοναδική κίνηση του χεριού του ζωντανεύει ήρωες, αγάπες, μίση, χώρες, ανθρώπους, καταστάσεις, λέξεις, αισθήματα ενός κόσμου τόσο κοντινού, που όμως δεν τον βλέπουμε, αν δεν το θελήσει εκείνος: ηθοποιοί, σκηνοθέτες, μοντέρ, φωτιστές και ηχολήπτες κρέμονται από τα χέρια του, την ετοιμότητα και τη σπιρτάδα του, όταν αυτός μας επιτρέψει να διεισδύσουμε στον φανταστικό χώρο του σινεμά.
Αυτός ο μοναχικός ερημίτης στο βασίλειό του! Ο μηχανικός κινηματογράφου, ο αφανής ήρωας! Όπως δεν τον γνωρίζουμε και, ίσως, όπως δεν γνωρίζει και ο ίδιος τον εαυτό του.»
Από την ταινία Αφανείς Ήρωες
των Παναγιώτη Κουντουρά και Διονυσίας Αρβανίτου
Ο κινηματογράφος είναι γεμάτος ιστορίες. Εντός και εκτός της οθόνης. Μια από τις λιγότερο προβεβλημένες ιστορίες του ίδιου του κινηματογραφικού μέσου ―τον κόσμο των μηχανικών προβολής― φέρνει στο φως το ντοκιμαντέρ δύο νέων σκηνοθετών, του Παναγιώτη Κουντουρά και της Διονυσίας Αρβανίτου. Στους Αφανείς Ήρωες (2012), που προβλήθηκαν στο [περσινό] 14ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης και κέρδισαν τους θεατές, αναδεικνύεται μία από τις πιο σημαντικές πλευρές της κινηματογραφικής εμπειρίας: Η καθημερινότητα των μηχανικών προβολής, των «αφανών ηρώων», που συνιστούν τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στις ταινίες και στο κοινό.
Σε αντίθεση με πολλά κινηματογραφικά επαγγέλματα, τα οποία περιβάλλονται με την αίγλη του θεάματος, οι μηχανικοί προβολείς υπήρξαν εξαρχής αθέατοι ― ωστόσο, απόλυτα απαραίτητοι για την προβολή μιας ταινίας. Ο «προβολατζής», κατά την αργκό των τεχνικών, θεωρείται ο άνθρωπος-ορχήστρα για τις κινηματογραφικές προβολές. Ιδιαίτερα σε παλιότερες εποχές, όταν ο κινηματογράφος ήταν η πιο αγαπημένη λαϊκή διασκέδαση στην Ελλάδα, ο μηχανικός προβολής, κλεισμένος στη στενόχωρη καμπίνα προβολής, ζωντάνευε τους κινηματογραφικούς ήρωες για λογαριασμό του κοινού (και, σε τυχόν λάθος κίνηση της μηχανής, εισέπραττε τα αμείλικτα σχόλια του κοινού: «χασάπη, γράμματα!»).
Στον παγκόσμιο κινηματογράφο, το επάγγελμα του μηχανικού προβολής έχει εμποτιστεί με μια γλυκιά νοσταλγία, που συνοψίζεται στη μοναχική και απόμακρη φιγούρα του «προβολατζή» Alfredo στο Σινεμά ο Παράδεισος (1988) του Giuseppe Tornatore. Η ταινία είχε συγκινήσει τους σινεφίλ, καθώς ανέδιδε τη γοητεία του σινεμά μέσα από τα μάτια ενός μικρού παιδιού, που μάθαινε τα μυστικά του κινηματογράφου πλάι σε έναν παλαίμαχο μηχανικό προβολής.
Με την ίδια νοσταλγική διάθεση και με μεγάλο ενθουσιασμό για τη συλλογική εμπειρία της θέασης στη σκοτεινή αίθουσα και το άγνωστο έργο των ανθρώπων πίσω από την οθόνη, οι Αφανείς Ήρωες αποκαλύπτονται στις συναρπαστικές αφηγήσεις των πρωταγωνιστών τους. Παλιότερες και νεότερες γενιές μηχανικών προβολής εξομολογούνται, αυτή τη φορά μπροστά στην κάμερα, την καθημερινότητα μιας επίπονης και απαιτητικής εργασίας, που παλιότερα γινόταν ακόμη και επικίνδυνη, λόγω των εύφλεκτων υλικών των κινηματογραφικών μηχανών.
Αφοσίωση και ετοιμότητα
Όπως εξηγούν οι «αφανείς ήρωες», το επάγγελμά τους προϋποθέτει όχι μόνο τεχνικές γνώσεις και σχετική εξειδίκευση, αλλά αφοσίωση, ευελιξία, επινοητικότητα και εξαντλητικά ωράρια. «Εκεί που παίζεται η ταινία, γίνεται κάτι απρόοπτο. Αν είσαι καλός μηχανικός και αγαπάς αυτό που κάνεις, θα το ξέρεις και θα το λύσεις γρήγορα. Αλλιώς, θα καθυστερήσεις και θα χάσεις την προβολή» εξομολογείται στον φακό της ταινίας ο Μανώλης Ρίζος, μηχανικός προβολής στις αίθουσες του «Ολύμπιον».
«Για να δουλέψεις ως χειριστής κινηματογραφικών μηχανικών στο παρελθόν έπρεπε να δουλέψεις τρία χρόνια ως βοηθός, έπειτα να δώσεις εξετάσεις και να πάρεις πτυχίο· ούτε γιατρός να ήσουν» αναπολεί ένας από τους Αφανείς Ήρωες, ο Γιώργος Χαβάς, που αναλύει στους σκηνοθέτες τις δυσκολίες του επαγγέλματος. «Οι άνθρωποι αυτοί, κλεισμένοι για οχτώ ή και περισσότερες ώρες σε έναν θάλαμο 3×3, μέσα στον ακατάπαυστο θόρυβο των μηχανών προβολής και τις ανθυγιεινές αναθυμιάσεις του βολταϊκού τόξου, μας προβάλλουν με καλύτερες τεχνικές συνθήκες αυτά που εμείς, καθισμένοι άνετα στις θέσεις μας, απολαμβάνουμε στις οθόνες μας» αναφέρει ο παλαίμαχος κινηματογραφιστής Νίκος Μπιλιλής. «Η προβολή μιας ταινίας είναι για τον μηχανικό που βρίσκεται στην καμπίνα σαν να παίζει σε μια θεατρική παράσταση και να ’ναι επί μιάμιση ώρα πάνω στο σανίδι, κάτω από τα φώτα των προβολέων, λουσμένος πάνω σε μια σκηνή και να παίζει» παρατηρεί ο σκηνοθέτης Αντώνης Κιούκας.
Κύριο μέλημα των μηχανικών προβολής είναι η σωστή συναρμογή των πράξεων μιας ταινίας, το κατάλληλο “δέσιμο” της κόπιας, ώστε η προβολή να κυλήσει ομαλά, χωρίς διακοπές και καθυστερήσεις. Ο έλεγχος της κόπιας απαιτεί τεχνική αλλά και εμπειρία, αφού γίνεται με την αφή. Ένας έμπειρος μηχανικός, με το άγγιγμα και μόνο μιας κόπιας, μπορεί να αντιληφθεί τις ενδεχόμενες βλάβες, αποφεύγοντας έτσι τα απρόοπτα. «Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σε έναν μηχανικό προβολής είναι να χάσει την προβολή. Να συμβεί κάτι και να τη διακόψει. Αυτό το παίρνει κατάκαρδα» σχολιάζει ο Ηρακλής Καστρινάκης, από το τμήμα κίνησης ταινιών του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Ένας καλός «προβολατζής» βρίσκεται πάντα σε εγρήγορση, έτοιμος να παρέμβει όταν κάτι συμβεί. «Γι’ αυτό και μ’ αρέσει αυτή η δουλειά. Όταν έχει απρόοπτα, να μπορείς να βρεις τη λύση άμεσα, γρήγορα. Να μην κολλάει το μυαλό σου» λέει ο σκηνοθέτης και κριτικός κινηματογράφου Γιάννης Τοτονίδης.
Μοναχικοί δρομείς μεγάλων αποστάσεων
Όλοι οι μηχανικοί προβολής, ανεξαρτήτως ηλικίας, μοιράζονται μία κοινή και μεγάλη αγάπη: το σινεμά. Πολλοί από αυτούς μεγάλωσαν στις αίθουσες, λάτρεψαν τους κινηματογραφικούς σταρ, συνδέθηκαν με συγκεκριμένες αίθουσες και έγιναν το σήμα κατατεθέν τους, μαθαίνοντας το επάγγελμα εμπειρικά. Κάποιοι άλλοι, νεότεροι, ακολούθησαν την οικογενειακή παράδοση, παρά τις πιέσεις των μεγαλύτερων για το αντίθετο. «Μην ακολουθήσεις αυτό το παλιό επάγγελμα, γιατί θα δουλεύεις κάθε μέρα του χρόνου, δεν θα έχεις ούτε μία αργία και θα κάθεσαι μόνο τη Μεγάλη Παρασκευή και το Μεγάλο Σάββατο ― και, αν δεν είχαν σταυρώσει τον Χριστό, θα δούλευες και εκείνες τις μέρες» αφηγείται χαρακτηριστικά ο Χρήστος Λιόδης, θυμίζοντας τη γνωστή συμβουλή του παλιού μηχανικού προς τον επίδοξο διάδοχό του στο Σινεμά ο Παράδεισος.
Οι παλιότεροι «προβολατζήδες» εξομολογούνται ότι το σινεμά λειτούργησε γι’ αυτούς σαν πραγματικό παράθυρο στον κόσμο, ένα μοναδικό βιβλίο με εικόνες. «Εγώ δεν ήξερα ότι στην Ισπανία έγινε εμφύλιος, το έμαθα από τον κινηματογράφο. Ακόμη και τον δικό μας τον εμφύλιο τον έμαθα μέσα από τον κινηματογράφο. Διαβάζεις, βλέπεις, μαθαίνεις πιο εύκολα» θυμάται ο μηχανικός Απόστολος Καραγιαννίδης. Ο Γιώργος Χαβάς συμφωνεί και συμπληρώνει: «Νομίζω ότι ο κινηματογράφος, έστω με πλάγιο τρόπο, δίνει στον άνθρωπο κάποιες αλήθειες. Σαν να μας λέει “Πρέπει να προσέχουμε όλοι”. Ή ότι μπορεί να συμβούν πράγματα που δεν τα περιμένουμε».
Σήμερα πάντως η ψηφιακή τεχνολογία, η καθιέρωση των πολυκινηματογράφων και η σταδιακή κατάργηση του φιλμ από τις εταιρείες διανομής απειλεί με εξαφάνιση ένα επάγγελμα που ήδη υπηρετούν λίγοι. Όπως εξηγεί στους Αφανείς Ήρωες ο διευθυντής των κινηματογραφικών αιθουσών του «Ολύμπιον» και κριτικός κινηματογράφου Νότης Φόρσος, είναι ένα επάγγελμα στο οποίο υπάρχει έλλειψη, γιατί είναι πολύ κουραστικό και μοναχικό: «Υπάρχει μια ταινία του Tony Richardson, με τίτλο Η μοναξιά ενός δρομέα μεγάλων αποστάσεων. Κάπως έτσι μοιάζει η ζωή ενός μηχανικού κινηματογράφου». Ο Γιώργος Χαβάς μιλά για τη δουλειά στην καμπίνα προβολής, που «είναι λίγο-πολύ σκλαβιά. Σα να είμαστε μισοί φαντάροι. Δεν μπορείς να πεις “σήμερα δεν πάω”, γιατί θα κλείσει το σινεμά».
Οι Αφανείς Ήρωες δεν τρέφουν ελπίδες για το μέλλον τους. Γνωρίζουν καλά ότι είναι οι τελευταίοι εκπρόσωποι ενός ξεχωριστού επαγγέλματος, που θα σβήσει μαζί με τους παραδοσιακούς κινηματογράφους. Εκείνο όμως που δεν θα σβήσει είναι η βαθιά τους αφοσίωση σε έναν διαφορετικό τρόπο θέασης του κινηματογράφου, πιο χειροποίητο, ευαίσθητο και προσωπικό.